ἐχθρῆς

ἐχθρῆς
ἐχθρός
hated
fem gen sg (epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ἔχθρης — ἔχθρα hatred fem gen sg (epic ionic) ἔχθρη hatred fem gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έχθρα — η και έχτρα και έχθρητα και όχτρητα (ΑΜ ἔχθρα, Α ιων. τ. ἔχθρη) [εχθρός] εχθρική διάθεση, εχθρότητα, απέχθεια, αποστροφή, μίσος («ἀρχὴν τῆς ἔχθρης τῆς ἐς τοὺς Ἕλληνας», Ηρόδ.) αρχ. παροιμ. «Ἐμπεδοκλέους ἔχθρα» άσβεστο μίσος …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”